Πυρ και μανία είναι ο Παύλος Κοντογιαννίδης με τις πυρκαγιές που «μαυρίζουν» την Ελλάδα, τα όνειρα και τις ψυχές των ανθρώπων, οδηγώντας τους στην απόγνωση. Έχει ζήσει και ο ίδιος αυτή την αγωνία από φωτιά που έκαιγε τα πάντα γύρω από το κτήμα του στον Βαρνάβα. Γι’ αυτές τις τραγικές στιγμές μάς μίλησε, αλλά και για τις παραλείψεις του κράτους, κάτι που τον έκανε να υψώσει το ανάστημά του και ως πρόεδρος του Κινήματος Φτωχών Ελλάδος.
Ο γνωστός ηθοποιός μίλησε στην «ΟΝ time» με το δικό του χαρακτηριστικό ευθύ τρόπο για όλα αυτά που τον πληγώνουν και τον εξοργίζουν, για τα πειθήνια «πιθηκάκια», την ανεκπλήρωτη επιθυμία του, τη γενναία ποντιακή «ρίζα» του, τις μεγάλες απώλειες της ζωής του, αλλά και γιατί θεωρεί τον εαυτό του «αναρχοαυτόνομη καλλιτεχνική δύναμη σε επίπεδο ΕΚΑΜ!».
Ακόμα αναφέρθηκε στο ανυπέρβλητο copyright του και την… αταξία του, ενώ αποκάλυψε πως κάποιοι του γύρισαν την πλάτη, κι ότι δεν χτυπάει το τηλέφωνό του για δουλειές, γιατί τολμάει να τα λέει έξω από τα δόντια και να μην παρακαλάει. Δεν έχει μετανιώσει για τίποτα, όσο κι αν του έχει στοιχίσει, και αποκαλύπτει ότι του αρέσει να είναι… φευγάτος και πάντα ο εαυτός του, όπως τον λατρεύει ο κόσμος.
Βλέπουμε κάθε καλοκαίρι, όπως και φέ-τος, τις πυρκαγιές να μαίνονται. Ζεις λίγο έξω από την Αθήνα, στον Βαρνάβα, όπου έφτιαξες το κτήμα σου. Σου έχει τύχει να νιώσεις αυτό τον τρόμο της φωτιάς που πλησιάζει και στο δικό σου σπίτι;
Ναι, το έχω ζήσει πριν από μερικά χρόνια, στη φωτιά που ξεκίνησε από τον Ωρωπό και τον Κάλαμο, διέσχισε όλη τη δική μας περιοχή και έφτασε μέχρι τα σύνορα στον Διόνυσο, καίγοντας 200.000 στρέμματα. Η φωτιά πέρασε μπροστά από το σπίτι μου! Εκείνη τη φοβερή χρονιά τη θυμόμαστε όλοι, καθόμασταν εδώ στο μπαλκόνι, που έχει θέα τη Λίμνη του Μαραθώνα -απέναντι την περασμένη Κυριακή καιγόταν η Σταμάτα κι ευτυχώς έπεσαν γρήγορα τα ελικόπτερα και σώθηκε- και βλέπαμε σαν Νέρωνες, χωρίς να το θέλουμε, τη φωτιά να κατακαίει τα πάντα για δύο μέρες. Το κράτος είχε κατεβάσει πυροσβέστες ακόμα και από την Ορεστιάδα και κατάφεραν να τη σταματήσουν την τελευταία στιγμή. Καιγόταν όλη η περιοχή, ήμασταν τρομοκρατημένοι.
Την επόμενη μέρα ήταν καρβουνιασμένα τα πάντα, ο ΣΚΑΪ στις ειδήσεις έδειξε μόνο ένα χωράφι, το οποίο ήταν καταπράσινο, κι αυτό ήταν το δικό μου! Κι αυτό γιατί ήταν καθαρισμένο, «ξυρισμένο», με τις βάνες έτοιμες για παν ενδεχόμενο. Το έσω-σαν, βεβαίως, και δύο πυροσβεστικά αεροπλάνα, που οι χειριστές τους έριξαν δυο τρεις φορές νερό στο σημείο που θα μπορούσε να πεταχτεί η φωτιά. Θυμάμαι, τότε καιγόταν το
σπίτι του κυρίου Μυλωνάκη εδώ πιο κάτω σε ένα ρέμα και βουτούσαν λες και ήταν κασκαντέρ και το σώσανε. Είναι ήρωες οι πιλότοι των πυροσβεστικών αεροπλάνων. Τον ίδιο εφιάλτη έζησα την Κυριακή, όταν έβλεπα από το μπαλκόνι μου τη φωτιά στη Στα-μάτα, τον πυκνό καπνό, μύριζε καμένο η ατμόσφαιρα. Ευτυχώς επενέβησαν γρήγορα και τη σβήσανε. Βλέπω απέναντι την Ιπποκράτειο Πολιτεία και τα Κιούρκα από την περσινή φωτιά, που άφησε μια καταπράσινη περιοχή κάρβουνο!
Είναι τραγικό το συναίσθημα να βλέπεις τη φωτιά να κατατρώει τα πάντα και να τρέμεις για το σπίτι σου, που το έχεις φτιάξει με κόπο και θυσίες.
Εγώ δεν θέλω να είμαι γλαφυρός, αλλά να κάνω μια καταγγελία μέσα από την εφημερίδα σας. Η λογική επιτάσσει ότι πρέπει να έχεις ήδη φροντίσει τις ενέργειές σου πριν ξεσπάσει η πυρκαγιά. Η πρόληψη μετράει, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει. Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα είναι «χύμα» από κρατικούς μηχανισμούς. Δηλαδή, βλέπουμε μπουλντόζες, οι οποίες μπορεί να ανήκουν στο στρατό ή σε νομαρχίες, αλλά όμως δουλεύουν αφού ξεσπάσει η φωτιά. Εδώ που ζούμε, στον Βαρνάβα, θα καούμε σαν τα κοτόπουλα, αν συμβεί κάτι, γιατί δεν έχουμε καν δρόμους για να μπουν τα πυροσβεστικά οχήματα. Δεν υπάρχει σε μένα και στο γείτονα, ο οποίος έχει κάνει ένα σωρό διαβήματα – έφτασε μέχρι και τη Γραμματεία της.
Προεδρίας για να πει: «Εδώ θα καούμε σαν τα ποντίκια, γιατί δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις διαφυγής». Δηλαδή, αν πάρει φωτιά η περιοχή, μόνο προς το Γραμματικό μπορείς να φύγεις. Δεν υπάρχει δρόμος. Σαν το Μάτι θα συμβεί.
Αν αρπάξει φωτιά και επεκταθεί προς το δρόμο που πάει για Γραμματικό, έχουμε τελειώσει εμείς εδώ. Και κάτι άλλο. Κινδυνεύουμε συνεχώς, ήμουν τεσσάρων χρόνων και κοντεύω να… αποδημήσω με τον εξ Ανατολών κίνδυνο με τους Τούρκους, γι’ αυτό παίρνουμε μαχητικά αεροπλάνα F-35 -μιας και τα γνωρίζω καλά, γιατί ήμουν στην Αεροπορία χειριστής ραντάρ- και τα F-16 κ.λπ. Ένα F-35, αν δεν το παίρναμε, θα μπορούσαμε να αγοράζαμε δεκαπέντε Canadair.
Τι ήταν αυτό που σε έκανε να ιδρύσεις το Κίνημα Φτωχών Ελλάδος;
Όπως λέμε και στη διακήρυξή μας, όλα προέρχονται από μια ανάγκη. Αυτό ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2019, που δούλευα στο θέατρο, και ξαφνικά με τον κορονοϊό κλειστήκαμε στα σπίτια μας και αρχίσανε να χαλάνε οι ισορροπίες και να ζοριζόμαστε σχεδόν το 90% των Ελλήνων. Εγώ ήμουν από τεσσάρων χρόνων ένα μυαλό το οποίο ήταν πάντα ατίθασο, προβληματικό για τους άλλους, προβληματισμένο για μένα. Πάντα, ακόμα και στο χώρο της τέχνης μου, ήμουν τοποθετημένος υπέρ του ανθρώπου. Αυτή είναι η ιδεολογία μου. Εμείς δεν κάνουμε διαχωρισμούς με τις λεγόμενες «ταμπέλες».
Πώς βλέπεις τον κόσμο;
Ο κόσμος θέλει δουλειά για να φύγει μέσα από αυτήν τη φοβία που έχει για όλα, απ’ αυτήν την αλλοτρίωση που του έχουν δημιουργήσει οι άλλοι. Για εμάς ο διαχωρισμός είναι ένας. Και οικονομικός και κοινωνικός. Ή είσαι με το 10% που έχει αμύθητους θησαυρούς και, όπως είπε ένας Αμερικανός οικονομολόγος, «το χρήμα δουλεύει γι’ αυτούς», ή είσαι με το 90%, όπου προσπαθείς δουλεύοντας να βγάλεις χρήματα για να μπορείς να πορεύεσαι στη ζωή με αξιοπρέπεια.
Γεννήθηκες στη Βέροια, αλλά μεγάλωσες στο Μετόχι Ημαθίας. Κι έχεις σπουδαίες ρίζες. Είσαι Πόντιος.
Το Μετόχι Ημαθίας είναι το χωριό των προσφύγων που ήρθαν το ’22, οι μισοί από τον Πόντο και οι άλλοι μισοί από τη μεριά του Καυκάσου. Εκεί υπήρχε ένα μοναστήρι το οποίο έχει μεταφερθεί πιο ψηλά, στο όρος Βέρμιο, του Ιωάννη του Προδρόμου. Γι’ αυτό αρχικά το χωριό λεγόταν Μετόχι Προ-δρόμου. Είμαι γνήσιος Πόντιος.
Οι γονείς μου μου έλεγαν ιστορίες κι εμένα μου άρεσε να ακούω. Τελείωσα το γυμνάσιο ακούγοντας τον καθηγητή. Είμαι ακουστικός και οπτικός τύπος. Δηλαδή, με τη φαντασία μου έπλαθα εικόνες και ιστορίες μέσα από τις αφηγήσεις της μάνας μου και των συγγενών, που κάνανε τότε τα νυχτέρια οι παλαιοί, οι οποίοι πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι και περνούσαν την ώρα τους συζητώντας για τα πάντα, γιατί δεν είχαν τηλεοράσεις. Κι έχω μάθει τα πάντα από αφηγήσεις. Δηλαδή, την τεχνική του Ομήρου, που λένε. Τα ωραιότερα πράγματα τα έχω ακούσει μέσα από ιστορίες που έλεγαν οι χωριανοί μου, οι συγγενείς μου.
Έχεις δηλώσει: «Είμαι μια αναρχοαυτόνομη καλλιτεχνική δύναμη σε επίπεδο ΕΚΑΜ». Δηλαδή;
Με την έννοια αναρχοαυτόνομη, ότι δεν ανήκω σε κανένα κύκλωμα, ούτε πολιτικό ούτε παρεΐστικο. Είμαι μόνος αλλά γυμνασμένος… ΕΚΑΜίτης. Παίρνεις τηλέφωνο και λες «Παύλο, έλα να με βοηθήσεις, το σπίτι μου κινδυνεύει και πρέπει να σβήσουμε τη φωτιά». Θα σου ’ρθω. Π.χ., στους ρόλους όπου έχω καταξιωθεί, οι περισσότεροι ήταν ρόλοι ειδικοί. Δηλαδή, όταν ήταν ένας δύσκολος ρόλος, φωνάζανε εμένα. Μπορεί να μην ήταν πρωταγωνιστικός, εγώ όμως έκανα επιτυχία. Γι’ αυτό λέω ότι είμαι ΕΚΑΜίτης στο χώρο. Τώρα κάποιοι φανατικοί «Κοντογιαννιδικοί», που με βλέπουν στο δρόμο συνέχεια, μου κάνουν την ίδια ερώτηση: «Δεν σε βλέπουμε, μεγάλε, γιατί δεν σε παίρνουν στα σίριαλ; Γιατί δεν παίζεις στο θέατρο;». Τους απαντάω: «Εγώ εδώ είμαι. Το τηλέφωνό μου είναι εδώ και είκοσι χρόνια το ίδιο, δεν με παίρνουν, τι να κάνω; Έχω τέσσερα θεατρικά βραβεία και τρία τηλεοπτικά. Ο κόσμος με απολαμβάνει μέσα από το διαδίκτυο, όπου υπάρχουν διάφορα που έχω κάνει και τα ξαναβλέπουν.
Αυτό που έχεις στο χαρακτήρα σου, που είσαι αληθινός, τα λες χύμα, είσαι αυτόνομος, δεν παίρνεις από λόγια και κάνεις αυτό που θέλεις, πιστεύεις ότι το έχεις πληρώσει στην καριέρα σου και στη ζωή σου;
Ναι. Κι εσύ θα το έχεις πληρώσει, με την έννοια ότι όλοι οι άνθρωποι στον εργασιακό τους χώρο, όταν δεν είναι… πιθηκάκια -να «πιθηκίζουν» απέναντι στους ανωτέρους τους- και είναι άτομα με άποψη, πάντα υποφέρουν, σε οποιονδήποτε εργασιακό χώρο κι αν είναι. Όπως το έχουν δείξει και τα αποτελέσματα, δεν θέλει ειδικούς αναλυτές, εγώ συζητούσα με κάποιους νεολαίους μετά τα αποτελέσματα των Πανελληνίων, τι θέλουν αυτοί; Πειθήνια «πιθηκάκια». Δεν βγάζουν προσωπικότητες, δεν βγάζουν διανοητές τα ανώτερα ιδρύματα. Εγώ δεν θα μπορούσα ποτέ να ζήσω σε έναν εργασιακό χώρο που θα ήταν τόσο πειθαρχημένος, γιατί πιστεύω ότι οι μεγαλύτερες ανακαλύψεις στις κοινωνίες και στις επιστήμες έγιναν μέσα από άτομα τα οποία ήτανε «φευγάτα». Αν δεν είσαι λίγο έτσι, η φαντασία σου να προχωράει, να φεύγει, να μην ελέγχεται, δεν μπορείς να γίνεις δημιουργός σε κανέναν τομέα.
Πιστεύεις στη μοίρα;
Εγώ πιστεύω στη θεωρία των αποφάσεων. Αυτό που λένε οι άλλοι «πιστεύω στη μοίρα», «στο τυχαίο», δεν γίνεται από μόνο του. Είναι αποτέλεσμα ορισμένων αποφάσεων που παίρνεις στη ζωή σου. Εγώ πιστεύω σ’ αυτό και άφηνα κι άλλους να αποφασίζουν για μένα: Τους φίλους μου. Δηλαδή, ο φίλος μου ο Λευτέρης με έγραψε στη δραματική σχολή, γιατί του άρεσε να με βλέπει να παίζω. Εγώ δεν το είχα καημό.
Θα μπορούσα να είμαι ένας πολύ καλός χειριστής ραντάρ της Πολεμικής Αεροπορίας, γιατί στο στρατό, όπου όλοι βολοδέρνανε και λέγανε «τι χάλια είναι εδώ», εγώ καθόμουν και διάβαζα μαθήματα χειριστή ραντάρ, γιατί μου άρεσε. Παλιά που ζούσε ο Χάρρυ Κλυνν τού έλεγα: «Έλα, Χάρρυ μου, να κάνουμε μια αλυσίδα από γκουρμέ ποντιακά μαγαζιά». Έμεινε ανεκπλήρωτη αυτή η ιδέα μου. Ό,τι και να κάνω, μου αρέσει. Εδώ στον Βαρνάβα έχω κάνει το δικό μου παράδεισο και παλιά που ζούσαν τα φιλαράκια μου ερχόμασταν εδώ, αράζαμε, κάναμε καλαμπούρια, τρώγαμε, περνούσαμε όμορφα. Για το μόνο που λυπάμαι είναι ότι οι περισσότεροι κολλητοί μου φίλοι και φίλες έχουν «φύγει» και μάλιστα νέοι. Προχθές έβλεπα μια παράσταση που παίζαμε παλιά στο «Άλσος» και έλειπαν όλοι, ο Σωτήρης Μουστάκας, ο Στάθης Ψάλτης, η Τζέσυ Παπουτσή, ο Τόνυ Άντονυ…
Στη ζωή σου ποια ήταν η πιο δύσκολη απώλεια, που σε πόνεσε πιο πολύ;
Ήταν τρεις δυνατές απώλειες. Η πρώτη ήταν η μάνα μου. Θυμάμαι τότε έπαιζα στο «Δελφινάριο» και μου τηλεφώνησε ο αδελφός μου ότι η μάνα δεν είναι καλά. Την πρόλαβα τη μανούλα μου. Θυμάμαι, είχε δύσπνοια και της είπα: «Έχω φίλους στη Βέροια, να σου φέρουμε φιάλη οξυγόνου». Με κοίταξε με εκείνο το απλανές βλέμμα του σύμπαντος, που προετοίμαζε το ταξίδι το μεγάλο, και μου απάντησε: «Αγόρι μου, τι να το κάνω το οξυγόνο; Εγώ τώρα συνομιλώ με τον Αρχάγγελο». Η δεύτερη απώλεια ήταν όταν επισκέφθηκα τον μεγάλο Άκη Πάνου, που τον είχαν φρουρούμενο στο νοσοκομείο, και παρακάλεσα τους αστυνομικούς να με αφήσουν να τον δω, γιατί μου ζήτησε να τον επισκεφθώ. Αισθάνθηκα πολύ συγκινημένος από την κουβέντα μας, έπειτα από λίγο πέθανε. Η τρίτη μεγάλη απώλεια ήταν της κουμπάρας μου, της Τζέσυς Παπουτσή. Τους δύο αιφνίδιους θανάτους, του αδελφού μου πέρυσι τον Αύγουστο και της αδελφής μου ένα μήνα μετά, τους αντιμετώπισα πιο ρεαλιστικά. Ίσως γιατί ήταν και η πρώτη φορά που είδα νεκρό, για να εξοικειωθώ με το θάνατο, κι αυτό ήταν με τον αδελφό μου και την αδελφή μου. Τη μητέρα μου δεν μπόρεσα να τη δω νεκρή. Δεν ήθελα. Δεν το άντεχα.
Είσαι κι έχεις παραμείνει λαϊκός τύπος.
Και παράλληλα πολύ διαβασμένος. Έχω λαϊκή κουλτούρα, που λέμε.
Έχεις πάρει αγάπη από τον κόσμο; Πήρα και παίρνω τεράστια αγάπη από τον κόσμο. Όταν δεν έχω προτάσεις για δουλειές, και μιλάω και για σίριαλ, ο κόσμος μού λέει: «Μα γιατί δεν σε βλέπουμε στην τηλεόραση;». Βλέπω κάποιους βοηθούς σκηνοθέτη, όταν εγώ ήμουν στα πολύ επάνω μου τηλεοπτικά, να είναι τώρα φτασμένοι σκηνοθέτες και να κάνουν σειρές που μου αρέσουν -για να κάτσω να δω σίριαλ πρέπει να είναι κάτι πολύ δυνατό, όπως το «Ηλέκτρα». Είδα στους τίτλους «Σκηνοθεσία: Βίκυ Μανώλη». Και λέω: «Αυτή δεν ήταν βοηθός του Φαίδωνα Σοφιανού, που κάναμε τότε τη “Φρουτοπία” και του “Κουτιού τα παραμύθια” και άλλα, οπότε κάτσε να της στείλω ένα μήνυμα στο Facebook». Moυ επιβεβαίωσε πως είναι αυτή και της είπα «συγχαρητήρια» μέσα από την καρδιά μου. Και πρόσθεσα: «Αν δοθεί η ευκαιρία, γιατί ξέρω πως παίζουν πολλοί παράγοντες ρόλο, στο νέο κύκλο που πήρατε θα ήθελα να παίξω κι εγώ, γουστάρω πολύ».
Έχεις την εντύπωση ότι θα γίνει αυτό; Δεν θα γίνει, σ’ το λέω εγώ από τώρα. Δεν ξέρω τον Θοδωρή Κόντο, που κάνει διεύθυνση παραγωγής; Και βέβαια τον ξέρω και με ξέρει. Μήπως δεν ξέρω τον παραγωγό Γιάννη Καραγιάννη, που έχω κάνει τόσες δουλειές μαζί του; Εγώ πήρα τη Βίκυ και της μίλησα, γιατί τη θυμόμουν απ’ όταν ήταν βοηθός σκηνοθέτη και χάρηκα. Δεν θα πάρω κανέναν άλλο. Με γουστάρεις; Θα με καλέσεις. Με πήρε ο Δημήτρης Μαροσούλης στη γιορτή μου, πάντα με παίρνει τηλέφωνο για ευχές. «Παύλο μου, ταλεντάρα μου, ηθοποιάρα μου» μου είπε, κι εγώ δεν είχα κουράγιο να του απαντήσω: «Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια, τόσες δουλειές κάναμε μαζί, έχεις ένα θέατρο, ο αδελφός σου έχει ένα άλλο, μια πρόταση δεν μου κάνατε να παίξω».
Δεν θα παρακαλέσω κανέναν. Όποιος θέλει, εδώ είμαι. Γιατί εμένα εδώ και ενάμιση χρόνο μού τηλεφώνησε ο σπουδαίος σκηνοθέτης Γιάννης Σμαραγδής και μου είπε: «Θέλω να παίξεις έναν από τους πέντε πρώτους ρόλους στην ταινία “Καποδίστριας”. Τον Λάζαρο Κουντουριώτη». Και περιμένω, γιατί κι αυτός αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα, και οικονομικά αλλά και πολιτικά, γιατί το σενάριο είναι πολύ δυνατό, έχει γυρίσει το 1/4 της ταινίας, κι εγώ έχω αφήσει ένα τεράστιο μουστάκι για να είμαι έτοιμος για το γύρισμα. Τον καλύτερό μου εαυτό θα δώσω γιατί με διάλεξε.
Όπως και στο θέατρο, που μου έστειλε το έργο του ο Βαγγέλης Σαμιώτης -που έχει γράψει και σενάρια- και μου είπε: «Θέλω πολύ να παίξεις αυτόν το ρόλο». Το διάβασα, μου άρεσε πολύ, τα βρήκαμε, κάναμε και μια ανάγνωση και θα παιχτεί στον «Μικρό Κεραμεικό» τη χειμερινή σεζόν. Κάποιος θα έλεγε: «Ο Κοντογιαννίδης θα παίξει στον “Μικρό Κεραμεικό;”». Ναι, θα παίξω στον «Μικρό Κεραμεικό» γιατί γουστάρω, με άλλους τέσσερις συναδέλφους. Θα σου αποκαλύψω και τον τίτλο: «Ο δολοφόνος είναι ανάμεσά μας». Ένα πολύ ενδιαφέρον, interactive έργο, με πολλές ανατροπές. Εμένα με καλούν οι συγγραφείς και όχι οι άλλοι παράγοντες.
Γίνεται ταινία η συνέχεια της τηλεοπτικής σειράς «Τι ψυχή θα παραδώσεις, μωρή;» με άλλο καστ ηθοποιών. Πώς το βλέπεις όλο αυτό;
Πώς να το δω; Εκτός από τον Γιάννη Τσιμιτσέλη, που τότε ήταν μικρός, νομίζω ότι οι περισσότεροι ηθοποιοί έχουν αφήσει εποχή στους ρόλους που έπαιξαν στη σειρά. Γιατί, δηλαδή, αυτή που θα παίξει το ρόλο που έπαιζε η Ελένη Καστάνη θα είναι καλύτερη; Έχει αφήσει εποχή η Καστάνη σε αυτόν. Ή το ρόλο που έπαιζε η Χρύσα Ρώπα, θα τον παίξει κάποια άλλη καλύτερη; Και δεν είναι το «καλύτερη», αλλά όταν φοράς ένα μπλουτζίν Levi’s, δεν μπορείς να το αλλάξεις και να βάλεις κάτι άλλο, είναι η συγκεκριμένη μάρκα, πώς να το κάνουμε; Αυτοί που παίξανε σε αυτό το έργο ήταν brandname. Eμένα με ρώτησαν στην τηλεόραση ποιον ηθοποιό θα πρότεινα στο ρόλο το δικό μου και απάντησα: «Κανέναν, γιατί κανένας δεν μπορεί να παίξει το ρόλο όπως το έκανα εγώ». Πήρε κάποιον άλλο. Να δούμε, να το χαρούμε. Δεν με αφορά καθόλου. Εγώ είμαι ο Κοντογιαννίδης. Παίζω έτσι. Είναι αυτό που λέμε το copyright. Ο άλλος παίζει αλλιώς. Εγώ δεν είμαι μίμος. Εγώ εκφράζομαι, είμαι original. Από τα διακόσια επεισόδια στους «Απαράδεκτους» έπαιξα σε ένα, τον Τζακ τον… φεύγα. Βρες εσύ έναν άλλο να παίξει τον ίδιο ρόλο. Πώς θα τον παίξει; Έχουν περάσει τόσα χρόνια και μου λένε μέχρι φοιτητές στο Λονδίνο «Κάθε Σάββατο κάνουμε πάρτι με τον Τζακ».
Νιώθω ότι είσαι άτακτος σαν χαρακτήρας. Ακριβώς. Δεν λειτουργώ με τακτικές. Αυτό που λέμε, προβληματικός και προβληματισμένος, είμαι άτακτος σαν χαρακτήρας. Θα σου πω ότι τωρινή πρωταγωνίστρια, την οποία εγώ πρότεινα και παίξαμε μαζί στο θέατρο, έφτασε σε σημείο κάθε μέρα να τηλεφωνεί στο συγγραφέα και να του λέει: «Δεν μπορώ να παίξω με αυτό τον άνθρωπο γιατί κάθε μέρα παίζει διαφορετικά». Ναι, αγάπη μου, αυτή είναι η ερμηνεία, κάθε μέρα να παίζεις διαφορετικά. Γιατί, όπως κάθε μέρα, εσύ σαν άτομο είσαι διαφορετικό και αντιδράς ανάλογα με τις συνθήκες της ημέρας, έτσι είναι και ο ρόλος που ερμηνεύεις.
Είσαι κοντά 47 χρόνια σε αυτή τη δουλειά. Πίστευες ότι θα μπορούσαν να συμβούν όλα αυτά στο θέατρο, δηλαδή, το ότι έσκασαν όλες αυτές οι καταγγελίες περί σεξουαλικών κακοποιητικών συμπεριφορών, επενέβη η Δικαιοσύνη, με πρωταγωνιστές να δικάζονται και να καταδικάζονται; Την έκρηξη του #ΜeToo;
Τι να πίστευα; Έχω γράψει ένα στίχο που λέει: «Ο έρωτας, αγάπη μου, δεν είναι τυραννία, φάση αμφισβητούμενη και στη Βουλή πορεία». Ο έρωτας είναι έρωτας. Οι σχέσεις υπήρχαν και τότε, υπάρχουν και τώρα, θα υπάρξουν και μετά, παραβιάσεις των σχέσεων υπήρχαν τότε, υπάρχουν και τώρα, θα υπάρχουν και μετά… Θα αλλάξει τίποτα; Δεν θα αλλάξει και δεν είναι μόνο στον καλλιτεχνικό χώρο. Είναι παντού. Στον καλλιτεχνικό χώρο πήραν διάσταση, γιατί είναι κάρτα-φάτσα, που λένε, πρώτο τραπέζι πίστα ο καλλιτέχνης. Πόσες παραβιάσεις των σχέσεων, της ομορφιάς, της αγάπης, του έρωτα γίνονται σε άλλα κοινωνικά στρώματα; Χιλιάδες, ειδικά τελευταία με όλη αυτή την καταπίεση. Αν μείνουμε μόνο σε αυτά… καίγεται το πίσω δάσος και εμείς βλέπουμε τα τρία δέντρα μπροστά. Αυτό το γεγονός ή κάποιο παρόμοιο θα αμαυρώσει όλο τον κλάδο; Όχι, ποτέ. Το θέατρο δεν είναι πέντε, δέκα άτομα. Είναι χιλιάδες.
Πηγή: ON Time